Καρκίνος του προστάτη: Εάν διαγνωστεί, μπορεί να αντιμετωπιστεί

Πρόκειται για το συχνότερο καρκίνο παγκοσμίως στους άνδρες (επίπτωση στην Ευρώπη >200/100 χιλ.)και το δεύτερο πιο θανατηφόρο καρκίνο μετά από τον καρκίνο του πνεύμονα. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα επιδημιολογικά στοιχεία, το ποσοστό εμφάνισης της νόσου στους άνδρες κατά τη διάρκεια της ζωής τους φτάνει το 20%, ενώ ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο του προστάτη αγγίζει το 3%.
Όπως επισημαίνουν οι ουρολόγοι, η ηλικία αποτελεί κρίσιμο παράγοντα κινδύνου. Κάτω από τα 40 έτη, ένας άνδρας αντιμετωπίζει πιθανότητα 1 στις 10 χιλ. να εμφανίσει καρκίνο του προστάτη. Στις ηλικίες 40 έως 59 ετών, η πιθανότητα αυξάνεται σημαντικά (1 στις 100), για να φτάσει τη 1 στις 8 στην ηλικιακή ομάδα 60 έως 79 ετών. Στις ΗΠΑ καταγράφονται 300 χιλ. νέες περιπτώσεις και 40 χιλ. θάνατοι κάθε χρόνο.
Τα ποσοστά στην Ελλάδα είναι χαμηλά σε σχέση με άλλες χώρες. Υπολογίζεται ότι 50 ανά 10 χιλ. άνδρες εμφανίζουν καρκίνο του προστάτη. Όμως, όπως εξηγούν οι ειδικοί, τα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας μας προκύπτουν από αναγωγές, λόγω έλλειψης συστήματος καταγραφής, οπότε δεν θα πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός. Τα χαμηλά ποσοστά εμφάνισης πιθανώς να οφείλονται στις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων ή ακόμη και στο γονίδιό τους.
Είναι επίσης πολύ ανησυχητικό πως ο καρκίνος του προστάτη αναμένεται να ξεπεράσει σε συχνότητα κατά πολύ τις άλλες νεοπλασίες, με το 95% των περιστατικών να διαγιγνώσκεται σε άνδρες ηλικίας 45 έως 89 ετών.
Το ενθαρρυντικό είναι πως εάν οι παθήσεις του προστάτη διαγνωστούν έγκαιρα, τότε μπορεί να αντιμετωπιστούν ριζικά. Επειδή κατά τα πρώιμα στάδια δεν υπάρχουν συμπτώματα, ο προληπτικός αιματολογικός έλεγχος του προστατικού αντιγόνου (PSA), μπορεί να σώσει ζωές. Σύμφωνα με τους ουρολόγους, σε άτομα με οικογενειακό ιστορικό, ο πρώτος έλεγχος του προστάτη πρέπει να γίνεται στην ηλικία των 45 ετών.
Συνεπώς, ενώ ο καρκίνος του προστάτη είναι δυνητικά θανατηφόρα νόσος, μπορεί να μετατραπεί σε χρόνια νόσο. Το προσδόκιμο ζωής ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις τα δέκα χρόνια, ακόμη και για ασθενείς σε προχωρημένο στάδιο, γεγονός που δίνει ελπίδες για την αντιμετώπισή της νόσου.