Ο εγκέφαλος των παιδιών μπορεί να υποστεί τις βλαβερές συνέπειες ορισμένων περιβαλλοντικών τοξικών ουσιών.
Το αποτέλεσμα είναι μια μείωση των πνευματικών και σωματικών τους ικανοτήτων.
Εκείνο που κάνει την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη είναι ότι οι τοξικές αυτές ουσίες μπορεί να επιδράσουν πάνω στο έμβρυο. Μάλιστα η δράση τους, αφού απορροφηθούν από τον οργανισμό του αναπτυσσόμενου εμβρύου, συνεχίζεται μέχρι και τους 42 πρώτους μήνες της ζωής του παιδιού.
Τοξικές ουσίες όπως τα πολυχλωριωμένα διφενύλια (polychlorinated bipphenyls, PCBs) μπορούν να περάσουν από το αίμα της μητέρας δια μέσου του πλακούντα και να καταλήξουν στο έμβρυο.
Μια έρευνα που έγινε σε 171 μητέρες και παιδιά στη Γερμανία μελέτησε την επίδραση των πολυχλωριωμένων διφενύλιων στην ψυχολογική και κινητική ανάπτυξη των παιδιών.
Οι Γερμανοί ερευνητές μελέτησαν διαχρονικά στις περιπτώσεις αυτές, το αίμα του ομφάλιου λώρου, το αίμα των μητέρων και των παιδιών όπως επίσης και το μητρικό γάλα.
Μέτρησαν στα δείγματα αυτά τις συγκεντρώσεις των πολυχλωριωμένων διφενύλιων και τις σύγκριναν με τα αποτελέσματα των διανοητικών και κινητικών τεστ στα οποία υπέβαλαν τα παιδιά.
Τα αποτελέσματά τους έδειξαν ότι στις περιπτώσεις εκείνες που υπήρχαν ψηλές συγκεντρώσεις των νοσηρών αυτών περιβαλλοντικών ουσιών, τα παιδιά παρουσίαζαν χαμηλότερες πνευματικές και κινητικές επιδόσεις από τα άλλα τα παιδιά.
Μάλιστα φάνηκε ότι στα παιδιά τα οποία είχαν υποστεί την αρνητική δράση των τοξικών ουσιών όταν ήσαν έμβρυα, η δράση των ουσιών αυτών συνεχιζόταν ακόμα μέχρι την ηλικία των 42 μηνών.
Σε άλλες περιπτώσεις τα παιδιά μετά από τον τοκετό απορροφούσαν τις τοξικές ουσίες δια μέσου του γάλακτος με αποτέλεσμα να υφίστανται τις αρνητικές επιδράσεις.
Οι ερευνητές βρήκαν επίσης ότι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για αντιμετώπιση των προβλημάτων που είχαν τα παιδιά αυτά, ήταν η συνεχής θετική επιρροή και φροντίδα από την οικογένειά τους.
Υπάρχουν διάφορες τοξικές ουσίες στο περιβάλλον που έχουν αρνητικές επιδράσεις στον εγκέφαλο των παιδιών. Μερικές από αυτές είναι ο μόλυβδος, ο υδράργυρος και τα πολυχλωριωμένα διφενύλια για τα οποία έγινε και η έρευνα που αναφέρουμε πιο πάνω.
Τα πολυχλωριωμένα διφενύλια είχαν χρησιμοποιηθεί παλαιότερα ευρέως στη βιομηχανία. Είχαν χρησιμοποιηθεί σε ηλεκτρικές συσκευές, στο φθορίζοντα φωτισμό, σε εντομοκτόνα, στα ψυκτικά υγρά και στα λιπαντικά σκευάσματα.
Από 1977 έχουν απαγορευθεί, όμως ακόμη είναι ευρέως διαδεδομένα παντού στο περιβάλλον. Δεν διασπώνται, απορροφούνται από μικρούς οργανισμούς, από πουλιά, από θηλαστικά και τα ψάρια και έτσι εισέρχονται στην αλυσίδα της διατροφής. Τα πολυχλωριωμένα διφενύλια συγκεντρώνονται κυρίως στους λιπώδεις ιστούς.
Τα πολυχλωριωμένα διφενύλια έχουν ενοχοποιηθεί μέχρι σήμερα για πρόκληση καρκίνων στο συκώτι, στους νεφρούς, για εκ γενετής ανωμαλίες, για πνευματικές και κινητικές μειονεξίες στα παιδιά.
Είναι σημαντικό να αναγνωρισθούν όλα τα περιβαλλοντικά σημεία στα οποία υπάρχουν τα πολυχλωριωμένα διφενύλια.
Επίσης πρέπει να αναγνωρίζονται και να απομακρύνονται οι πηγές τροφίμων που περιέχουν πολυχλωριωμένα διφενύλια. Εάν απορροφηθούν από τον ανθρώπινο οργανισμό ο τοξικές αυτές ουσίες, δεν υπάρχει πλέον τρόπος να αποβληθούν.